Νίκος Πλατύραχος / Nikos Platyraxos / Από τα ... Σεπτεμβριανά και την «Ονειρογραφία» στα «Άστεγα».
«Η Αρχοντιά, όπως μας της έμαθε ο Χατζιδάκις, υπαγορεύει ν’ αντιμετωπίζουμε μία συμφωνία του Μάλερ με τον ίδιο σεβασμό και ευαισθησία που θα αντιμετωπίζαμε ένα ρεμπέτικο του Τσιτσάνη».
Ο Νίκος Πλατύραχος γεννήθηκε στην Αθήνα, με καταγωγή από τις Κουρούτες του Ρεθύμνου. Μόλις επτά ετών αρχίζει μαθήματα μουσικής στο Ελληνικό Ωδείο. Συνεχίζει με σπουδές ωδικής και θεωρητικών (1974-88) στο Εθνικό Ωδείο Χαλανδρίου. Το 1982 γράφει τη μουσική για το ντοκιμαντέρ «Ράλι Ακρόπολης-10 χρόνια αγώνες», με άφθονα στοιχεία ροκ. Εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όπου σπουδάζει γεωλογία και μαθηματικά (1983-87). Το 1986 αρχίζει σπουδές συνθέσεως με τον Θεόδωρο Αντωνίου και Μιχάλη Τραυλό, στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών. Το 1986 παρουσιάζεται, σε πρώτη εκτέλεση, ο κύκλος τραγουδιών («Στα αστεία παίζουμε» «Τοπίο») για βαρύτονο και πιάνο, σε ποίηση Μανώλη Αναγνωστάκη.
Με το πέρας των σπουδών του στην Ελλάδα, η ανήσυχη και γόνιμη φύση του τον οδηγούν στην Μουσική Ακαδημία του Αννόβερου. Το 1989 συνθέτει την δωδεκάφθογγη «Ηχώ» για μεικτή χορωδία και τσέλο σε ποίηση Εμπειρίκου και εγγράφεται στη Μουσική Ακαδημία της Κολωνίας, στην τάξη συνθέσεως του περίφημου γερμανού συνθέτη HansWerner Henze. Το 1991 ο Νίκος Πλατύραχος αποκτά το δίπλωμα συνθέσεως. Παρουσιάζεται το εξαιρετικό έργο του «Ορίζοντες κάτω από τις σκιές του φεγγαριού» για ορχήστρα δωματίου και συνθέτει τον «Ιωνάθαν» για ηλεκτρικό μπάσο και ορχήστρα δωδεκαφθογγικό έργο, με στοιχεία τζαζ και επιρροές από τον δάσκαλό του Henze. Το 1992 αρχίζει η συνεργασία με τον σκηνοθέτη Rainer Matsutani με τη σύνθεση ηλεκτρονικής μουσικής για την ταινία «Klinik des Grauens» (Κλινική τρόμου). Το 1993 παρουσιάζεται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών το «Εν τη εωσφορική γεννέσει» για ορχήστρα δωματίου. Επενδύει επίσης με μουσική την ταινία του βουβού κινηματογράφου (1929) «Κοινωνική σαπίλα» του Τατασόπουλου (για πενταμελές ενόργανο σύνολο) και την ταινία μικρού μήκους «Το κουκλόσπιτο» του Σπύρου Ταραβίκα (ηλεκτρονική μουσική).
Ενορχηστρώνει επίσης το «Requiem» του Μίκη Θεοδωράκη για χορωδία και συμφωνική ορχήστρα. Το 1994 συνθέτει την μουσική για την ταινία «Dangerous games» του Adolf Winkelmann, υλικό της οποίας, μαζί με αντίστοιχο για τις ταινίες του Μatsutani. Το 1995, η συνεργασία του Πλάτύραχου με τον Rainer Matsutani καρποφορεί μέσω της ταινίας «Nur übermeine Leiche» (Μόνο πάνω από το πτώμα μου), μουσική η οποία βραβεύεται με το πρώτοι ομοσπονδιακό βραβείο κινηματογραφικής μουσικής των εκδηλώσεων «Filmmusiktage ‘95». Το 1996 παρουσιάζεται ο κύκλος τραγουδιών «Καμπαρέ» για υψίφωνο και πιάνο σε ποίηση Bukowski..Το 1997 συνθέτει την εξαιρετική «Μυσταγωγία του φθινοπώρου» για συμφωνική ορχήστρα, κατόπιν παραγγελίας της Ορχήστρας των Χρωμάτων, ή οποία, υπό τον Μίλτο Λογιάδη, την παρουσιάζει, στο Μ.Μ.Α. Στην τριετία 1998-2000 επενδύει με ηλεκτρονική μουσική, τρεις ταινίες του Matsutani («Der Vulkanteufel», «Romantic Fighter» και «Einladung zumMond»).
Το 1999 επενδύει με μουσική, για δύο πιάνα, την βουβή ταινία «Δάφνης και Χλόη» του Ορέστη Λάσκου. Το 2000 κυκλοφορεί το δισκογράφημα «Σεπτέμβριος» το οποίο άπτεται της «Μυσταγωγίας» και εγκωμιάζεται από κοινό και κριτικούς. Το 2002 περατώνει το έργο του «Εικόνες σε γκρι ελάσσονα» για πιάνο. Το 2005 γράφει τη μουσική και τα τραγούδια για την ταινία «Η Χορωδία του Χαρίτωνα» του Γρηγόρη Καραντινάκη. Το σπουδαίο μουσικό ταλέντο του, συνδυάζεται με την εν γένει σεμνή παρουσία παρουσία του, το ήθος, την ευγένεια και την κομψότητα του χαρακτήρα του.
Γεώργιος Βλατάκης (πρόεδρος του Συλλόγου Ρεθυμνίων Αττικής «ΤΟ ΑΡΚΑΔΙ»)
Δημοσιεύτηκε στο Rethemnos gr
«Σεπτέμβριος»
Για τη δουλειά αυτή, ο ίδιος ο Νίκος Πλατύραχος λέει πως
«Η Αρχοντιά, όπως μας της έμαθε ο Χατζιδάκις, υπαγορεύει ν’ αντιμετωπίζουμε μία συμφωνία του Μάλερ με τον ίδιο σεβασμό και ευαισθησία που θα αντιμετωπίζαμε ένα ρεμπέτικο του Τσιτσάνη.
Πρόκειται για μουσικά θέματα που ξεχώρισα περισσότερο και που για καιρό επίμονα αναμόχλευαν τη σκέψη μου, ώσπου ο χρόνος αποκρυστάλλωσε το έργο σ’ αυτή τη φθινοπωρινή μορφή.
Ο ''Σεπτέμβριος'' είναι έργο κινηματογραφικό - με λίγες εξαιρέσεις, όπως ''Το Τραγούδι του Μάνου'' και ''Το Εμβατήριο των Τρελών''. Αυτό σημαίνει ότι έχει ανάγκη τη συμμετοχή σας, με μνήμες, παραστάσεις και εικόνες που βρίσκονται ή θα θέλατε να βρίσκονται εντός σας και περιμένουν ένα ειδικό ερέθισμα για ν’ αφυπνιστούν. Εκεί οφείλεται και η ολίγον ''αναχρονιστική'' μουσική του γλώσσα, μια και ο κινηματογράφος , για να λειτουργήσει, αγιάζει κάθε μέσο, αδιαφορώντας συχνά για πρωτοπορίες, σύγχρονες επαναστατικές τεχνικές σύνθεσης και άλλα παρόμοια ηχηρά».
Ακούτε τα τραγούδια ΕΔΩ
*************************************
«Ονειρογραφία»
Ο Γιώργος Μονεμβασίτης μιλάει για την «θαλπωρή, τρυφερότητα, ευγένεια και ευαισθησία της μουσικής του, που σε ταξιδεύει σε κόσμους ονειρικούς», για τα υλικά με τα
οποία «χτίστηκε» η Ονειρογραφία «που είναι σίγουρα τα όνειρα, γνήσια, ανεπιτήδευτα, μεταφρασμένα σε τραγούδια που απλόχερα και γενναιόδωρα μας χαρίζει ο Νίκος για να τα απολαύσουμε. Και με τους τραγουδιστές που τα ερμηνεύουν, η απόλαυση είναι διπλά εξασφαλισμένη».
Ο Μίλτος Λογιάδης αστειευόμενος λέει, πως είναι λίγο σικέ να μιλήσει για τον Νίκο Πλατύραχο, αφού «δεν είναι απλά φίλος και συνάδελφος αλλά αδελφός» και εξήγησε πως «η γνωριμία μας ξεκίνησε στα 15 και είχαμε κοινή πορεία – μαζί φτιάξαμε το πρώτο μας συγκρότημα, μαζί σπουδάσαμε μουσική, μαζί σπουδές στη Γερμανία, μαζί στρατό, στο τέλος παντρεύτηκα την αδελφή του κι έκλεισε ο κύκλος». Παρ’ όλα αυτά προσπαθώντας να είναι αντικειμενικός, είπε για την Ονειρογραφία πως «είναι ένα cd γεμάτο χρώμα, τόσο από τις εξαίρετες και πολύ διαφορετικές ερμηνείες των τραγουδιστών όσο και από το περιεχόμενο των τραγουδιών που κινούνται από το ragtime μέχρι το κρητικό μοιρολόι», τονίζοντας «τη φοβερή ικανότητα του Νίκου να χειρίζεται διαφορετικά στυλ και να τα χειρίζεται ενοποιώντας τα και δίνοντάς τους τον προσωπικό του χαρακτήρα» και του ευχήθηκε «να συνεχίσει να παίζει με τη μουσική».
Ο Νότης Μαυρουδής για την Ονειρογραφία και τον Νίκο Πλατύραχο λέει πως πρόκειται για: «Μιας σκανδαλωδώς μη γνωστής και δημοφιλούς προσωπικότητας της μουσικής και του τραγουδιού. Ένας συνθέτης με το Σ κεφαλαίο, που σε κάθε του δουλειά φανερώνει πόσο χωνεμένες έχει τις μουσικές φόρμες, πόσο ανοιχτή και πηγαία είναι η δεξαμενή του μελωδισμού που διαθέτει. Μελωδίες απτές, απέριττες, οικίες, στρογγυλές, πηγαίες, που σε παρασέρνουν».
Νίκος Ξυδάκης: «Υιοθετεί την ηχητική καλαισθησία του Χατζιδάκι αλλά την χαρακτηρίζει και μία έντονη αίσθηση ελευθερίας γι’ αυτό και κινείται με ευκινησία σε μία ποικιλία μουσικών στυλ».
Ακούτε τα τραγούδια ΕΔΩ
*************************************
«Τα Άστεγα»
Ο Νίκος Πλατύραχος αφηγείται πως ξεκίνησαν «Τα Άστεγα»
«Δεν ξέρω πως ξημέρωσε αυτή η ιστορία. Βάδιζα λέει σ’ ένα δρόμο - γνώριμο δρόμο - στου Ψυρρή, μια νύχτα του Σαββάτου με πολύ κόσμο και αστυνόμους γύρω γύρω.
Αίφνης στρίβω δεξιά σ’ ένα στενάκι. Αλλά αυτό άρχιζε σιγά σιγά να μην είναι στενάκι. Ήτανε λέει μονοπάτι δάσους με στρωμένα φύλλα, μυρωδιά από βρεγμένο χώμα και δέντρα, πολλά δέντρα. Κι εγώ συνέχισα να περπατάω και τα ξερά φύλλα τρίβονταν κάτω απ’ τα πόδια μου, σύνηχα με το λευκό ήχο μιας παλιάς κασέτας που ακουγόταν στον αέρα, λίγο πριν αρχίσει το κομμάτι. Και τότε την είδα. Η μαύρη χαρτορίχτρα μπροστά από ένα κερί καθισμένη οκλαδόν με τέσσερεις ρηγάδες απλωμένους μπροστά της, μου έδειχνε πού και τι. Η λάμπα πυρακτώσεως μέσα στο μπρούτζινο κώνο πάνω σ’ ένα δέντρο έφεγγε πάνω από μια πιανόλα. Ξεκούρντιστη κι ωραία. Κι όσο πλησίαζα τόσο έπαιζε ένας μαύρος κι εγώ έβλεπα την πλάτη του και γύρω γύρω άρχισε να γίνεται saloon με κόσμο, θόρυβο, ουίσκυ, τσιγάρα και κουλοχέρηδες. Και τα ξερά φύλλα γίνανε ξύλινες τάβλες με ρόζους, που αντηχούσαν βαριά στα βήματα των θαμώνων. Και δίπλα απ’ τον μαύρο καθόταν ένας μάγκας με το μπουζούκι του και σχολίαζε, παίζοντας ρε δίεση αντί για μι ύφεση. Και τότε - πράγμα παράξενο - το saloon έγινες τεκές. Κι ούτε κατάλαβα πώς το 2015 έγινε 1901. Ούτε πώς η τρομπέτα έγινε μπαγλαμάς, ούτε πώς το στενάκι δάσος, ούτε πώς από έγχρωμα έγιναν όλα ασπρόμαυρα, ούτε πώς ο ήχος της παλιάς κασέτας με τα ξερά φύλλα έγιναν ένα πια...
Και πάνω που δεν τα καταλάβαινα όλα αυτά ήρθε η Μαριλού με το γλυκό της χαμόγελο και άπλωσε το μαγικό της χέρι την κατάλληλη στιγμή κι έτσι συνέχισε να υπάρχει δάσος και πιανόλα και saloon. Έτσι κάνανε και οι ''Παίδες εν Κληματαριά'' και βάλανε πλάτη την ώρα πού ‘πρεπε, μ’ όλη την τέχνη και το μεράκι τους. Και μετά ήρθε κι ο Γιώργος και με πήρε απ’ το χέρι και μού ‘δειχνε μονοπάτια άγνωστα κι αφώτιστα, που αυτός τα ‘ξερε καλά γιατί του τα μάθαν αυτοί που ‘πρεπε να του τα μάθουν. Κι ήρθε κι η Ελένη κι ο Σταμάτης κι η Ασπασία και μουσικοί πολλοί και μεγάλωνε η παρέα του δάσους και το δάσος τους χώραγε όλους...
...κι ας ήταν ένα μικρό στενάκι στου Ψυρρή.»
(από το Ογδοο)
Ακούτε τα τραγούδια ΕΔΩ
****************************
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου