Ένα ταξίδι στη γεύση, στις μυρωδιές και στην ιστορία του αρχαιότερου «καφέ» της Ρώμης, θα μας κάνει η Αρσινόη Βήτα που θα πιει καφέ μαζί μας και νοσταλγικά θα μας μεταφέρει στο χώρο του «Καφέ Γκρέκο». Ας μπούμε κι εμείς μέσα μαζί της να πιούμε ένα καφέ «λάττε» κι ας ακούσουμε μια όμορφη ιστορία.
Της Αρσινόης Βήτα
Φόρεσε με βιάση τη ζακέτα της, κοιτάχτηκε στο μεγάλο καθρέφτη, πήρε ένα μαντήλι και το έδεσε αριστοτεχνικά στο λαιμό της. Τίναξε τα μαλλιά της και οι μπούκλες τους της χάιδεψαν το πρόσωπο. Χαμογέλασε κλείνοντας την πόρτα του δωματίου του ξενοδοχείου «Roma» και κατέβηκε την υπέροχη δρύινη σκάλα. Λιγοστοί πελάτες του ξενοδοχείου βρίσκονταν στους χώρους του σαλονιού. Βλέπεις ήταν η ώρα της μεσημεριανής ραστώνης. Αρχές Μαΐου στην λατρεμένη της πόλη. Πέρασε με γρηγοράδα τη Via Veneto και κατέβηκε τα σκαλιά της Piazza di Spagna. Εκεί στα αριστερά της ήταν ένα μικρό καλόγουστο μαγαζάκι με χειροποίητα καπέλα. Λάτρευε τα καπέλα. Με τα καλά αγγλικά της ζήτησε από την ευγενική πωλήτρια να φορέσει ένα που έπεσε η ματιά της με μικρό γείσο που άφηνε τα μαλλιά της να ξεπροβάλλουν και να πλαισιώνουν το όμορφο πρόσωπο. Πόσο της πήγαινε! Με τη χαρά του ανθρώπου που βρίσκει αυτό που ζητά αρνήθηκε τις άλλες προτάσεις που της έκανε η πωλήτρια. Πλήρωσε, και χαιρέτησε στα ιταλικά. Το καπέλο χάριζε την ιταλική φινέτσα στο παρουσιαστικό της.
Φόρεσε με βιάση τη ζακέτα της, κοιτάχτηκε στο μεγάλο καθρέφτη, πήρε ένα μαντήλι και το έδεσε αριστοτεχνικά στο λαιμό της. Τίναξε τα μαλλιά της και οι μπούκλες τους της χάιδεψαν το πρόσωπο. Χαμογέλασε κλείνοντας την πόρτα του δωματίου του ξενοδοχείου «Roma» και κατέβηκε την υπέροχη δρύινη σκάλα. Λιγοστοί πελάτες του ξενοδοχείου βρίσκονταν στους χώρους του σαλονιού. Βλέπεις ήταν η ώρα της μεσημεριανής ραστώνης. Αρχές Μαΐου στην λατρεμένη της πόλη. Πέρασε με γρηγοράδα τη Via Veneto και κατέβηκε τα σκαλιά της Piazza di Spagna. Εκεί στα αριστερά της ήταν ένα μικρό καλόγουστο μαγαζάκι με χειροποίητα καπέλα. Λάτρευε τα καπέλα. Με τα καλά αγγλικά της ζήτησε από την ευγενική πωλήτρια να φορέσει ένα που έπεσε η ματιά της με μικρό γείσο που άφηνε τα μαλλιά της να ξεπροβάλλουν και να πλαισιώνουν το όμορφο πρόσωπο. Πόσο της πήγαινε! Με τη χαρά του ανθρώπου που βρίσκει αυτό που ζητά αρνήθηκε τις άλλες προτάσεις που της έκανε η πωλήτρια. Πλήρωσε, και χαιρέτησε στα ιταλικά. Το καπέλο χάριζε την ιταλική φινέτσα στο παρουσιαστικό της.
Με γρήγορα βήματα αναζήτησε το αγαπημένο της καφέ. Πέρασε την είσοδό του σχεδόν με ευλάβεια. Η μυρωδιά του τσαγιού, του καφέ μα κυρίως η ευωδιά μιας άλλης εποχής την
τύλιξε με τη μαγεία της. Εύκολα βρήκε τραπεζάκι. Κάθισε με μιαν αίσθηση αγαλλίασης. Το βλέμμα της περιεργαζόταν με αληθινή ευχαρίστηση κάθε τι γύρω της.
Παρήγγειλε με τα λίγα ιταλικά της που με τη μελωδική τους προφορά νόμιζε πως τραγουδούσε. Κι αφέθηκε να την συνεπάρει το ταξίδι στο χρόνο. Πίσω...
Παρήγγειλε με τα λίγα ιταλικά της που με τη μελωδική τους προφορά νόμιζε πως τραγουδούσε. Κι αφέθηκε να την συνεπάρει το ταξίδι στο χρόνο. Πίσω...
Γύρω από το οβάλ μαρμάρινο τραπέζι στις μικρές βελούδινες μπερζεροπολυθρόνες κάθονται και συζητούν χαμηλόφωνα απολαμβάνοντας τον καφέ που μόλις σερβιρίστηκε ο Φραντς Λιστ, ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο Φέλιξ Μέντελσον, ο Τζοακίνο Ροσσίνι, ο Εκτόρ Μπερλιόζ, ο Ζωρζ Μπιζέ, ο Αρτούρο Τοσκανίνι σε μια σύνοδο κορυφής των μουσουργών. Ο Νικολάι Γκόγκολ ανάμεσα σε μια ρουφηξιά καπνού με τη συνοδεία του περίφημου καφέ «λάττε» κρατά σημειώσεις για το νέο του μυθιστόρημα «νεκρές ψυχές». Ο λόρδος Βύρων, ο Πέρσι Σέλλεϋ κι ο Λουδοβίκος της Βαυαρίας, συζητούν για την Ελλάδα με μιαν απέραντη αγάπη, για την επανάσταση για τη λευτεριά της. Μια θορυβώδης παρέα μιλά για μιαν άλλη επανάσταση στο χώρο της ζωγραφικής. Απολλιναίρ, Πικάσσο, Ντυσάν, Αντρέ Ζιντ. Ο αγαπημένος της παραμυθάς με το ημίψηλο καπέλο, εδώ κι αυτός... Όλοι εδώ σε αυτό το μικρό αρχοντικό του 18ου αιώνα, που ανήκε στον Έλληνα Νικόλα ντέλλα Μανταλένα, το στέκι των σπουδαίων διανοουμένων που μοιράζονται τις σκέψεις, τις εμπειρίες τους, πίνουν το μοσχοβολιστό καφέ τους κάνοντας παράλληλα ένα μοναδικό μάθημα ιστορίας της τέχνης.
Αναπνέει τον αέρα που ανάπνευσαν, τους νιώθει δίπλα της κοντά της. Και η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει καλύτερο μέρος για να πιει μια γουλιά του παρελθόντος, να αφουγκραστεί, να θαυμάσει, να φανταστεί τις ομιλίες τις συζητήσεις τους, να αναδέψει την ιστορία.
Via Condotti |
Η Via Condotti αρχίζει σιγά σιγά να γεμίζει κόσμο. Αναπόφευκτα κι εδώ στο Αntico Caffe Greco. Δεν αντέχει το θόρυβο των τουριστών που μπαίνουν κατά ομάδες. Ώρα να φύγει. Με μικρά απαλά βήματα για να μην ταράξει την ονειροπόλησή της βγαίνει στο δρόμο. Δίνει υπόσχεση στον εαυτό της και για άλλη επίσκεψη. Πάντα ο άνθρωπος ζητά το κομμάτι της γης που κάνει την καρδιά του ευτυχισμένη και την ψυχή του να αλαφροπετά από χαρά.
Έγραψε η Αρσινόη Βήτα (Facebook)
Το Καφέ Γκρέκο (Caffe Greco) είναι το πιο ιστορικό «καφέ» της ιταλικής πρωτεύουσας και βρίσκεται σ' έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Ρώμης, στη Βία Κοντόττι (Via Condotti) αριθ. 86, κοντά στην Πιάτσα ντι Σπάνια. Ιδρύθηκε το 1760 από τον Έλληνα Νικόλα ντέλλα Μανταλένα (Nicola della Maddalena), από τον οποίο πήρε και το όνομά του.
Πρώτη φορά γίνεται αναφορά στο «Καφέ Γκρέκο» κατά το δέκατο όγδοο αιώνα σ' ένα έγγραφο απογραφής του 1760, που φυλάγεται στην εκκλησία του Σαν Λορέντσο (San Lorenzo) στην πόλη της Λούτσινα (Lucina), όπου αναφέρεται και το όνομα του Έλληνα ιδιοκτήτη του.
Ο διάσημος Τζιάκομο Καζανόβα (Giacomo Casanova, 1725 - 1798) γράφει στα «Απομνημονεύματά» του για την πρώτη φορά που πήγε το 1742, με κάποιους Ρωμαίους φίλους του, στο «Καφέ της οδού Κοντόττι» (Caffe di strada Condotta), πράγμα που σημαίνει πως το «καφέ» υπήρχε ίσως και πριν το αποκτήσει ο Έλληνας ιδιοκτήτης του. Και ο Γάλλος ζωγράφος Πιερ Πωλ Προυντόν (Pierre Paul Prudhon), σε επιστολή του σε κάποιο φίλο του γραμμένη το 1760, περιγράφει το «Καφέ Γκρέκο», ως πασίγνωστο στέκι φιλολογικών και καλλιτεχνικών κύκλων.
Η χρυσή εποχή για το «Καφέ Γκρέκο» εκτείνεται σ' όλη τη διάρκεια του 18ου αιώνα. Σ' αυτό σύχναζαν κατά καιρούς μεγάλες προσωπικότητες, όπως ζωγράφοι, γλύπτες, μουσουργοί και άνθρωποι των γραμμάτων από ολόκληρη την Ευρώπη, οι οποίοι επισκέπτονταν ή ζούσαν στη Ρώμη. Ανάμεσα σ' αυτούς περιλαμβάνονται μονάρχες, όπως ο βασιλιάς Λουδοβίκος Α' της Βαυαρίας, και πάπες, όπως ο Πάπας Λέων ΙΓ'.
Ο βασιλιάς Λουδοβίκος της Βαυαρίας, όταν σύχναζε στο Καφέ Γκρέκο στα χρόνια της ελληνικής εθνεγερσίας, συνήθιζε να εκδηλώνει σ' ένα κύκλο φίλων του καλλιτεχνών τον ένθερμο φιλελληνισμό του. Το 1833, ο Δανός αρχιτέκτων Κρίστιαν Χάνσεν στο Καφέ Γκρέκο πήρε την απόφαση να επισκεφθεί την Ελλάδα για να μελετήσει τα μνημεία της ελληνικής αρχαιότητας.
Διάσημοι θαμώνες της καφετέριας ήταν μια πλειάδα συγγραφέων απ' όλο τον κόσμο, όπως ο Κάρλο Γκολντόνι, ο Νικολάι Γκόγκολ (που έγραψε εδώ ένα μέρος από το μυθιστόρημά του «Νεκρές Ψυχές», 1845), ο Νίτσε, ο Γκαίτε, ο Σοπενχάουερ, ο Ανρί Σταντάλ, ο Κάρολος Ντίκενς, ο Σατωμπριάν, ο Μαρκ Τουαίν, ο Ναθάνιελ Χώθορν, ο Ουίλλιαμ Θάκαιραιη, ο Λόρδος Βύρων, ο Πέρσι Σέλλεϋ, ο Τζων Κητς, ο Τζιάκομο Λεοπάρντι, ο Σαρλ Μπωντλαίρ, ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, ο Ανατόλ Φρανς, ο Ιππόλυτος Ταιν, ο Γκαμπριέλε ντ' Αννούντσιο, ο Αλμπέρτο Μοράβια και άλλοι.
Ο Άγγλος ποιητής Τζων Κητς πέρασε τους τρεις τελευταίους μήνες της ζωής του (πέθανε το 1821 σε ηλικία 25 ετών) σ' ένα μικρό δωμάτιο ενός σπιτιού κοντά στο «Καφέ Γκρέκο», δίπλα στη σκαλινάτα της Πιάτσα ντι Σπάνια.
Ζωγράφοι, ιδιαίτερα της «Σχολής της Ρώμης», είχαν κάνει τόπο συναντήσεών τους κατά το 18o αιώνα το «Καφέ Γκρέκο», όπως και οι γερμανόφωνοι ρομαντικοί καλλιτέχνες της Σχολής των Ναζαρηνών, που είχαν έλθει από τη Βιέννη στη Ρώμη, όπως ο Πέτερ φον Κορνέλιους. Εδώ σύχναζαν και οι ζωγράφοι Ζαν Ωγκύστ Ενγκρ και Ζαν-Μπατίστ Κορό, καθώς και οι γλύπτες Αντόνιο Κανόβα και Μπέρτελ Τόρβαλντσεν. Από τους νεώτερους καλλιτέχνες, θαμώνας του Καφέ Γκρέκο ήταν και ο διάσημος σουρεαλιστής ζωγράφος Σαλβαδόρ Νταλί.
Επίσης, μεγάλοι συνθέτες σύχναζαν ή είχαν επισκεφθεί τις αίθουσες του «Καφέ Γκρέκο»: ο Φραντς Λιστ, ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο Φέλιξ Μέντελσον, ο Τζοακίνο Ροσσίνι, ο Εκτόρ Μπερλιόζ, ο Ζωρζ Μπιζέ και ο Αρτούρο Τοσκανίνι. Αλλά και φωτογράφοι από τη Γαλλία, την Αγγλία και την Ιταλία, με την επωνυμία «Ομάδα του Καφέ Γκρέκο», σύχναζαν εδώ στη δεκαετία του 1840, όπως οι Frederic Flacheron, Eugene Constant, Alfred-Nicolas Norman, James Andersen και Giacomo Canova.
Ο Ιταλός ζωγράφος Ρενάτο Γκουτούζο στον πίνακά του «Καφέ Γκρέκο» (1976), που βρίσκεται σήμερα στη Συλλογή Λούντβιχ στο Άαχεν, εικονογραφεί μια καλλιτεχνική παρέα με τους Απολλιναίρ, Πικάσσο, Ντυσάν, Αντρέ Ζιντ και τον εαυτό του στο περιβάλλον του «Καφέ Γκρέκο». Μια καλλιτεχνική συντροφιά στο «Καφέ Γκρέκο» απεικονίζεται και σε παλαιότερο πίνακα του 1856 του Αυστριακού ζωγράφου Λούντβιχ Πασσίνι (1832 - 1903).
Τον Αύγουστο του 1953 το Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης της Ιταλίας, με ειδικό διάταγμα, κήρυξε το «Καφέ Γκρέκο» ως «τόπο ιστορικού και εθνικού ενδιαφέροντος».
Πηγή: Βικιπαίδεια
Έγραψε η Αρσινόη Βήτα (Facebook)
**************************************************************************
Ιστορικό του Καφέ ΓκρέκοΤο Καφέ Γκρέκο (Caffe Greco) είναι το πιο ιστορικό «καφέ» της ιταλικής πρωτεύουσας και βρίσκεται σ' έναν από τους πιο πολυσύχναστους δρόμους της Ρώμης, στη Βία Κοντόττι (Via Condotti) αριθ. 86, κοντά στην Πιάτσα ντι Σπάνια. Ιδρύθηκε το 1760 από τον Έλληνα Νικόλα ντέλλα Μανταλένα (Nicola della Maddalena), από τον οποίο πήρε και το όνομά του.
Πρώτη φορά γίνεται αναφορά στο «Καφέ Γκρέκο» κατά το δέκατο όγδοο αιώνα σ' ένα έγγραφο απογραφής του 1760, που φυλάγεται στην εκκλησία του Σαν Λορέντσο (San Lorenzo) στην πόλη της Λούτσινα (Lucina), όπου αναφέρεται και το όνομα του Έλληνα ιδιοκτήτη του.
Ο διάσημος Τζιάκομο Καζανόβα (Giacomo Casanova, 1725 - 1798) γράφει στα «Απομνημονεύματά» του για την πρώτη φορά που πήγε το 1742, με κάποιους Ρωμαίους φίλους του, στο «Καφέ της οδού Κοντόττι» (Caffe di strada Condotta), πράγμα που σημαίνει πως το «καφέ» υπήρχε ίσως και πριν το αποκτήσει ο Έλληνας ιδιοκτήτης του. Και ο Γάλλος ζωγράφος Πιερ Πωλ Προυντόν (Pierre Paul Prudhon), σε επιστολή του σε κάποιο φίλο του γραμμένη το 1760, περιγράφει το «Καφέ Γκρέκο», ως πασίγνωστο στέκι φιλολογικών και καλλιτεχνικών κύκλων.
Η χρυσή εποχή για το «Καφέ Γκρέκο» εκτείνεται σ' όλη τη διάρκεια του 18ου αιώνα. Σ' αυτό σύχναζαν κατά καιρούς μεγάλες προσωπικότητες, όπως ζωγράφοι, γλύπτες, μουσουργοί και άνθρωποι των γραμμάτων από ολόκληρη την Ευρώπη, οι οποίοι επισκέπτονταν ή ζούσαν στη Ρώμη. Ανάμεσα σ' αυτούς περιλαμβάνονται μονάρχες, όπως ο βασιλιάς Λουδοβίκος Α' της Βαυαρίας, και πάπες, όπως ο Πάπας Λέων ΙΓ'.
Ο βασιλιάς Λουδοβίκος της Βαυαρίας, όταν σύχναζε στο Καφέ Γκρέκο στα χρόνια της ελληνικής εθνεγερσίας, συνήθιζε να εκδηλώνει σ' ένα κύκλο φίλων του καλλιτεχνών τον ένθερμο φιλελληνισμό του. Το 1833, ο Δανός αρχιτέκτων Κρίστιαν Χάνσεν στο Καφέ Γκρέκο πήρε την απόφαση να επισκεφθεί την Ελλάδα για να μελετήσει τα μνημεία της ελληνικής αρχαιότητας.
Διάσημοι θαμώνες της καφετέριας ήταν μια πλειάδα συγγραφέων απ' όλο τον κόσμο, όπως ο Κάρλο Γκολντόνι, ο Νικολάι Γκόγκολ (που έγραψε εδώ ένα μέρος από το μυθιστόρημά του «Νεκρές Ψυχές», 1845), ο Νίτσε, ο Γκαίτε, ο Σοπενχάουερ, ο Ανρί Σταντάλ, ο Κάρολος Ντίκενς, ο Σατωμπριάν, ο Μαρκ Τουαίν, ο Ναθάνιελ Χώθορν, ο Ουίλλιαμ Θάκαιραιη, ο Λόρδος Βύρων, ο Πέρσι Σέλλεϋ, ο Τζων Κητς, ο Τζιάκομο Λεοπάρντι, ο Σαρλ Μπωντλαίρ, ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, ο Ανατόλ Φρανς, ο Ιππόλυτος Ταιν, ο Γκαμπριέλε ντ' Αννούντσιο, ο Αλμπέρτο Μοράβια και άλλοι.
Ο Άγγλος ποιητής Τζων Κητς πέρασε τους τρεις τελευταίους μήνες της ζωής του (πέθανε το 1821 σε ηλικία 25 ετών) σ' ένα μικρό δωμάτιο ενός σπιτιού κοντά στο «Καφέ Γκρέκο», δίπλα στη σκαλινάτα της Πιάτσα ντι Σπάνια.
Ζωγράφοι, ιδιαίτερα της «Σχολής της Ρώμης», είχαν κάνει τόπο συναντήσεών τους κατά το 18o αιώνα το «Καφέ Γκρέκο», όπως και οι γερμανόφωνοι ρομαντικοί καλλιτέχνες της Σχολής των Ναζαρηνών, που είχαν έλθει από τη Βιέννη στη Ρώμη, όπως ο Πέτερ φον Κορνέλιους. Εδώ σύχναζαν και οι ζωγράφοι Ζαν Ωγκύστ Ενγκρ και Ζαν-Μπατίστ Κορό, καθώς και οι γλύπτες Αντόνιο Κανόβα και Μπέρτελ Τόρβαλντσεν. Από τους νεώτερους καλλιτέχνες, θαμώνας του Καφέ Γκρέκο ήταν και ο διάσημος σουρεαλιστής ζωγράφος Σαλβαδόρ Νταλί.
Πίνακας του Ρενάτο Γκουτούζο |
Ο Ιταλός ζωγράφος Ρενάτο Γκουτούζο στον πίνακά του «Καφέ Γκρέκο» (1976), που βρίσκεται σήμερα στη Συλλογή Λούντβιχ στο Άαχεν, εικονογραφεί μια καλλιτεχνική παρέα με τους Απολλιναίρ, Πικάσσο, Ντυσάν, Αντρέ Ζιντ και τον εαυτό του στο περιβάλλον του «Καφέ Γκρέκο». Μια καλλιτεχνική συντροφιά στο «Καφέ Γκρέκο» απεικονίζεται και σε παλαιότερο πίνακα του 1856 του Αυστριακού ζωγράφου Λούντβιχ Πασσίνι (1832 - 1903).
Πίνακας του Ludwig Passini (Cafe Greco) |
Τον Αύγουστο του 1953 το Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης της Ιταλίας, με ειδικό διάταγμα, κήρυξε το «Καφέ Γκρέκο» ως «τόπο ιστορικού και εθνικού ενδιαφέροντος».
Πηγή: Βικιπαίδεια
Επιμέλεια: Χρήστος Ζουλιάτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου