Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019

Χαφιεδισμός: Ένα εθνικό «σπορ» με ή χωρίς κουκούλα. Από τους δοσίλογους στους Μπογδάνους

Διαβάστε για να καταλάβετε, πώς λειτουργούσε ο χαφιεδισμός για πολλές δεκαετίες και προσαρμόστε τον στα σημερινά δεδομένα (οι δοκιμές άρχισαν επίσημα). Στα δύσκολα, επί κατοχής, φόραγαν κουκούλες γιατί έτρεμαν για το τομάρι τους. Αργότερα όταν η μαμά Ελλάς τους απεκατέστησε κυκλοφορούσαν με μπλοκάκια στην τσέπη και κρατούσαν με ακρίβεια τις κινήσεις των αριστερών και κυρίως των κομμουνιστών. 


Το «σώμα» των χαφιέδων επανδρώθηκε από την Ασφάλεια και αναπτύχθηκε σε κάθε πόλη, γειτονιά και χωριό, με διάφορα δεξιά κατακάθια της κοινωνίας, ακόμα και με πρεζάκηδες, βαποράκια, πλανόδιους, τάχα, μικροπωλητές, κλεφτρόνια, ποινικούς κλπ. Με διάφορα αδικήματα και καταδίκες που είχαν   στην πλάτη τους, η Ασφάλεια τούς είχε στο χέρι. Βέβαια, υπήρχαν και οι ιδεολόγοι χαφιέδες που από «καθήκον», τον χαφιεδισμό τον ανήγαγαν σε εθνικό πατριωτικό σπορ. Υπήρχαν δε, και οι επαγγελματίες χαφιέδες που μισθοδοτούνταν απ΄τον κρατικό κορβανά.

Ο Αναγκαστικός Νόμος 509 νομιμοποίησε τον χαφιεδισμό κι έτσι, με το Νομοδιάταγμα 616/1948, καθιερώθηκε ο χαφιεδισμός παντού και ιδιαίτερα στο Δημόσιο, ακόμα και μέσα στο σώμα των Ελλήνων δικαστών, καθώς και η δουλοπρέπεια και ο ραγιαδισμός του κατωτέρου προς τον ανώτερο.
Με διάφορα ψηφίσματα, τελειοποιήθηκαν ακόμη περισσότερο τα μέσα και οι μέθοδες αστυνόμευσης και κατατρεγμού των εργαζομένων στον Δημόσιο (δάσκαλοι, καθηγητές, στρατιωτικοί κλπ.) και ιδιωτικό τομέα.

Από το καθεστώς της αστυνόμευσης και της τρομοκράτησης δε γλίτωσαν ούτε οι Έλληνες του εξωτερικού. Έτσι με ειδικό ψήφισμα, έχανε την ελληνική ιθαγένεια κάθε Έλληνας πολίτης του εξωτερικού που θεωρούνταν από τις αστυνομικές αρχές ότι έδρασε ή δρούσε «αντεθνικώς».

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι καθιερώθηκε και επιβλήθηκε επίσημα ο χαφιεδισμός ως υποχρέωση του πολίτη προς τα όργανα του κράτους. Η αστυνομική διάταξη 1081/1948, που βγήκε επί κυβερνήσεως Σοφούλη, όριζε ότι οι αρχηγοί των ελληνικών οικογενειών «υποχρεούνται να παρέχουν εις το Αστυνομικό Τμήμα πάσαν παρ’ αυτών ζητηθησομένην πληροφορίαν». Αυτό σήμαινε πως όποιος, για λόγους ήθους, τιμής ή από φιλότιμο, αρνούνταν να χαφιεδίσει το φίλο, το συγγενή, το γνωστό, το γείτονα, το συνάδελφό του στη δουλειά, αυτομάτως χαρακτηριζόταν ως «μη εθνικόφρων και νομιμόφρων», γραφόταν στα μαύρα κατάστιχα, έχανε ψωμί, δουλειά, μεροκάματο, πετιόταν στους πέντε δρόμους αυτός και η οικογένειά του.
Από τον Ιούλιο του 1946 έως τον Οκτώβριο του 1951, με τη συμβολή και των χαφιέδων, συνελήφθησαν, δικάστηκαν και επιβλήθηκαν 7.500 θανατικές καταδίκες με βάση τον ΑΝ 509, εκ των οποίων, οι 4.000 με 5.000 εκτελέστηκαν. (Ριζοσπάστης)

Στο παρακάτω έγγραφο με ημερομηνία 30/8/1951 μπορείτε να πάρετε μια γεύση πως γινόταν το φακέλωμα, με την παραμικρή λεπτομέρεια.
Στην προτελευταία παράγραφο ο ανώνυμος καταδότης γράφει με ακρίβεια όλες τις κινήσεις του Λέανδρου, που «εφαίνετο νέος μετρίου αναστήματος στρογγυλοπρόσωπος, άνευ μύστακος...» Και συνεχίζει: «Και ενώ μετέβαινε δια της οδού Π.Τσαλδάρη προς τη Γέφυρα του Βύρωνος, παρά την στάσιν "Φούρνου" ήρχισε να τραγουδάη το γνωστό τραγούδι "Γεια σου περήφανη κι αθάνατη εργατιά" -Μετέβη ύστερα μετ' άλλων εις τα γραφεία της εφημερίδος "ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ" όπου παρέμεινε περί τα 12-15 λεπτά και απήλθον δια της οδού Αργεντινής Δημοκρατίας πεζή με κατεύθυνσιν την Πλάκα».

Και ολοκληρώνει: «Κατά την συγκέντρωσιν, νέος φωτορεπόρτερ, κοντός με μαύρο λεπτό μουστάκι ηλικίας περίπου 25 ετών, εφωτογράφησεν εκ 3-4 σημείων την συγκέντρωσιν. Ο αυτός φωτορεπόρτερ, ως ήκουσα παρευρίσκετο και κατά τας παρελθούσας εκλογάς εις συγκεντρώσεις του Στεφανόπουλου».

Δε μας λέει τι νούμερο παπούτσι φορούσε και αν ήταν και αριστερός στο... ράφτη του. Α, ρε Ελλάδα με τα "λουλούδια" σου...
(Το έγγραφο αυτό το πήρα από το βιβλίο «Μαύρο στον Μαυρογιαλούρο» του Όθωνα Τσουνάκου).

Παρακάτω βλέπετε δυο φωτογραφίες που, στην πρώτη αυτή η φάτσα έχει ταυτιστεί με τον δοσίλογο, συνεργάτη των Ες Ες και τον χαφιεδισμό. Στη δεύτερη βλέπετε τον φέρελπη  Μπογδάνο που θέλει να διαπρέψει στο άθλημα της ρουφιανιάς.

Κείμενα - Επιμέλεια: Χρήστος Ζουλιάτης













Myrsini Kagarlis / Μυρσίνη Κάγκαρλη

The first movement of W.A. Mozart Piano Quartet No 1 in G minor performed by thirteen year-old Myrsini Kagarlis (piano), Jannis Georgiadis (violin), Martha Pylarinou (viola) and Fey Nikolopoulou (cello) at Piraeus Conservatory on May 22, 2019.

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2019

Ξύπνα μαμά. Φοβάμαι μαμά. Κρυώνω μαμά.

Ξύπνα μαμά. Φοβάμαι και κρυώνω μαμά. 
Και βάζει και βροχές και δυναμώνει κι ο αέρας. Έχω αφήσει πίσω τα ρούχα μου, δεν πρόλαβα να τα φορτώσω μαμά. Έτριζε το σπίτι μας κι από το μπαλκόνι έβλεπες κύμα καταστροφής να έρχεται. 

Λέγαμε για πολέμους στο σχολείο και τα διάβαζα στα βιβλία και δεν φαινόταν τόσο τρομακτικό. Παίζαμε πόλεμο με τα παιδιά κάθε απόγευμα, στήναμε τα παιχνίδια μας -εκείνα που ξέχασα- και ρίχναμε το ένα πάνω στο άλλο. Γελούσαμε. Τότε γελούσαμε. Δεν ήταν παιχνίδια για παιδιά αυτά μαμά. Γιατί δεν μου τράβηξες τα παιχνίδια;

Δεν είναι παιχνίδι ο πόλεμος και τα παιδιά δεν μπορούν να τον ελέγξουν, τα τρώει.
Τα άφησα πίσω τα παιχνίδια αυτά μαμά. Πόλεμος στον πόλεμο κι άφησα πίσω τους δικούς μου μαχητές. Έμειναν εκεί μαζί με τον μπαμπά. Φεύγοντας του είπα «Μπαμπά, σου αφήνω δυνατούς βοηθούς να σε προσέχουν». Κι εμένα μου είπε να προσέχω εσένα και την Αλίζ. Ξύπνα μαμά, ο μπαμπάς θα γυρίσει και θέλω να δει πως σε πρόσεχα.
Ξύπνα μαμά. Εδώ που ήρθαμε ο κόσμος έχει ηρεμία.
Δεν μοιάζει με τον δικό μας.

Μπορεί να δυναμώνει το κρύο και να μην έχουμε τοίχους να βάλουμε τα σώματά μας, μπορεί να πεινάμε λίγο παραπάνω αλλά δεν απειλούμαστε τόσο μαμά.

Ξύπνα μαμά κι έχουμε να διασχίσουμε τον σιδηροδρομικό σταθμό και δεν μπορώ να σηκώσω την Αλίζ και τις τσάντες μας, κι ο κόσμος περνάει και δεν σε σηκώνει κανείς. Τους κοιτάω στα μάτια και δεν έρχονται. Βιάζονται. Έχουν δρόμο.
Έχουμε δρόμο, ξύπνα μαμά.

Όταν έβαζα τις μπλούζες μου στην πορτοκαλί μου τσάντα μου έλεγες πως δεν χάθηκε κι ο κόσμος που φεύγουμε, πως είμαστε δυνατοί, μαχητές και υπερήρωες, όπως αυτοί στα παιδικά. Μου έλεγες να μην τα βάλω κάτω κι όποτε κουραστώ να πεισμώσω μαζί μου που κουράστηκα και να παλέψω ακόμη πιο δυνατά. Τα έλεγες και δάκρυζες μαμά κι εγώ σε αγκάλιαζα διαβεβαιώνοντάς σε να μην ανησυχείς.

Ξύπνα μαμά, έχω αφήσει την Αλίζ σε μία κυρία αγκαλιά και φοβάμαι μη μας την πάρει. Ξύπνα μαμά, γιατί δεν έχω τι να της πω. Είναι μωρό και στα μωρά δεν κάνει να μαυρίσουμε τις καρδούλες τους μαμά, έτσι δεν είναι;
Άνοιξε τα μάτια σου μαμά κι έχουμε να ζήσουμε πολλά ακόμη. Τώρα φτάνουμε. Περάσαμε τα δύσκολα. Περπατήσαμε, κολυμπήσαμε, τρέξαμε. Τώρα φτάνουμε μαμά.

Χθες σε ρώτησα πότε φτάνουμε. «Σε λίγο», μου ψιθύριζες και μου χάιδευες το κεφάλι.
Το ίδιο κάνω κι εγώ τώρα.
Ξύπνα μαμά, σε λίγο φτάνουμε, το υπόσχομαι, μ’ ακούς;
Άνοιξε τα μάτια σου, έχεις να μας δεις να μεγαλώνουμε.
Άνοιξε τα μάτια σου, έχεις να περιμένεις τον μπαμπά.
Άνοιξε τα μάτια σου, έρχεται η γαλήνη.
Ξύπνα μαμά και πες μου πως έκλεισες τα μάτια για πλάκα.
Δεν είναι αστείο, μα θα σε συγχωρήσω και θα γελάσω.
Ξύπνα μαμά, δεν είναι όμορφοι οι άνθρωποι με τα μάτια κλειστά.
Δημιουργούνε φόβο στους γύρω μη δεν τα ξανανοίξουν.
Φοβάμαι μαμά, ξύπνα.

'Ειδομένη 2016"
Κι ο εφιάλτης συνεχίζεται...

Έγραψε η Σπυριδούλα Γεωργοκίτσου 
Επιμέλεια: Χρήστος Ζουλιάτης
Πηγή: Φυσάει αδιαφορία, κοινωνικοπολιτικά θέματα